Διάγνωση και Αντιμετώπιση της Οσφυαλγίας (Πόνου στη Μέση) και Ισχιαλγίας


Η οσφυαλγία (πόνος στη μέση) και η ισχιαλγία (πόνος κατά μήκος του πίσω μέρους του μηρού που μπορεί να φθάνει έως και τα δάκτυλα του ποδιού), είναι πολύ συχνές παθήσεις της σπονδυλικής στήλης, που εμφανίζονται κυρίως σε μεγαλύτερες ηλικίες αλλά δεν είναι σπάνιες και σε νεώτερους ανθρώπους.

Οι παθήσεις αυτές της Οσφυϊκής Μοίρας της Σπονδυλικής Στήλης (ΟΜΣΣ) οφείλονται σε εκφυλιστικές ή άλλες αλλοιώσεις, συμπεριλαμβανομένων της κήλης των μεσοσπονδυλίων δίσκων (δισκοπάθεια) και των οστεοφύτων (που αλλιώς είναι γνωστά και ως άλατα). Αυτές οι αλλοιώσεις μπορούν να προκαλούν τοπικό πόνο, στην περιοχή της μέσης ή να προσβάλλουν κάποια από τα νεύρα που περνούν από τη μέση και καταλλήγουν στα πόδια: τις νωτιαίες ρίζες.

Η ολοκληρωμένη διάγνωση και αξιολόγηση της βαρύτητας της οσφυαλγίας/ισχιαλγίας, καθώς και η λήψη της απόφασης για το αν θα πρέπει να αντιμετωπισθεί χειρουργικά ή όχι, προϋποθέτει τη σύνθεση ενός συνόλου πληροφοριών, που προέρχονται:

  • Από το ιστορικό και την κλινική εξέταση
  • Από τον νευροφυσιολογικό έλεγχο
  • Από τον απεικονιστικό έλεγχο, με μαγνητική τομογραφία

 

Η μαγνητική τομογραφία της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης αποτελεί πολύτιμο βοήθημα, αφού παρέχει πληροφορίες για τυχόν ανατομικές βλάβες της ΟΜΣΣ: κήλες, οστεόφυτα, όγκους ή άλλες. Ωστόσο, η μαγνητική τομογραφία τείνει να υπερτονίζει τη σημασία ορισμένων ευρημάτων. Οι μικρές κήλες των μεσοσπονδυλίων δίσκων, για παράδειγμα, υπάρχουν σε έως και 60% των ανθρώπων άνω των 60 ετών, σύμφωνα με ορισμένες μελέτες. Δεν προκαλούν όλες αυτές οι κήλες σημαντικές νευρολογικές βλάβες και συχνά δεν είναι απαραίτητο να χειρουργηθούν. Ενίοτε η μαγνητική τομογραφία δείχνει μικρές ανατομικές βλάβες με αποτέλεσμα να σπεύδουμε να αποδώσουμε τα όποια συμπτώματα σε αυτές, ενώ η κύρια αιτία του προβλήματος μπορεί να είναι άλλη. Ασθένειες που δεν σχετίζονται με την σπονδυλική στήλη, όπως η ιερολαγονίτιδα, το σύνδρομο του απιοειδούς μυός, καλοήθεις ή κακοήθεις όγκοι στην περιοχή της λεκάνης ή του μηρού, μπορούν να προκαλούν παρόμοια συμπτώματα. Σε αυτή την περίπτωση, ο ασθενής μπορεί να υποστεί ένα χειρουργείο στη μέση που δεν είναι απαραίτητο, ή να καθυστερήσει η διάγνωση μιας άλλης, ενδεχομένως σοβαρής, πάθησης.

Ο νευροφυσιολογικός έλεγχος συμπληρώνει την αξιολόγηση της οσφυαλγίας και ισχιαλγίας, καθώς επιτρέπει στον γιατρό να  διαπιστώσει αν τα συμπτώματα πράγματι οφείλονται σε παθολογία της σπονδυλικής στήλης, καθώς και αν οι ανατομικές βλάβες που πιθανώς φαίνονται στην μαγνητική τομογραφία προκαλούν δυσλειτουργία των αντίστοιχων νευρικών οδών. Αν κάτι τέτοιο διαπιστωθεί, τότε ενδέχεται να απατείται χειρουργική αντιμετώπιση. Αν όχι, τότε η ανάγκη του χειρουργείου δεν είναι επιτακτική και μπορεί κανείς να το αναβάλει, παρακολουθώντας την εξέλιξη των συμπτωμάτων και επαναλαμβάνοντας τις νευροφυσιολογικές εξετάσεις ανα τακτά χρονικά διαστήματα.

Από το σύνολο των νευροφυσιολογικών εξετάσεων, αυτές που είναι ιδιαίτερα χρήσιμες στην αξιολόγηση της οσφυαλγίας και ισχιαλγίας ειναι το Ηλεκτρομυογράφημα, οι ταχύτητες αγωγής νεύρων, το F κύμα και το H Reflex (δείτε εδώ για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με αυτές).

Το ηλεκτρομυογράφημα, το F κύμα και το H Reflex χρησιμεύουν στη διάγνωση των ριζιτικών βλαβών που οφείλονται σε παθήσεις της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, ενώ οι ταχύτητες αγωγής νεύρων μπορούν να αποκλείσουν την ύπαρξη άλλων παθήσεων, όπως είναι οι πολυνευροπάθειες.

Μπορείτε να εξερευνήσετε τις νευροφυσιολογικές εξετάσεις με διαδραστικό τρόπο, με τη βοήθεια του παρακάτω διαδραστικού νευροφυσιολογικού χάρτη:

 

NeurophysiologyExplorer2

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail